Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Οι ήρωες του '21

   Σήμερα το πρωί ξύπνησα. Όπως κάνω κάθε ημέρα. Δεν με εξέπληξε το γεγονός της αναπνοής μου που συνέχιζε να μπαινοβγαίνει μέσα μου. Είναι κάτι που συμβαίνει κάθε πρωί άλλωστε. Δεν με εξέπληξαν ούτε καν τα πουλιά, που σφύριζαν έξω από το παράθυρό μου. Δεν τ' άκουσα για την ακρίβεια. Ούτε εκείνα άκουσα ούτε την γειτόνισσα με το πικάντικο στόμα. Πιθανότατα να φώναζε στον ανυπάκουο σύζυγό της, που μοιράζει σ' αγαπώ στα μπαλκόνια. Σ΄ εκείνα με τις λουλουδάτες γλάστρες και τις φαρδιές μπλούζες με τα ξεσκέπαστα πόδια, που αντικατέστησαν εδώ και καιρό τις χυτές ρόμπες του '60. Ξέρει που ν' απευθύνει τα σ' αγαπώ του ο κύριος Δημήτρης.
   Με απασχολούσε έντονα ο εφιάλτης που είδα το βράδυ καθώς κι η αίσθηση ότι θα μ' ακολουθεί για όλη την υπόλοιπη ημέρα οπότε και θα μου χαλάσει ένα ίδιο πρωινό κι αργότερα ένα ίδιο μεσημέρι μέχρι να έρθει ένα ίδιο βράδυ. Έτσι δεν με εξέπληξε τίποτα από όλα τα παραπάνω. Γύρισα πλευρό και σκεφτόμουν τι να κάνω για να διώξω αυτή την αίσθηση. Όσο σκεφτόμουν πως θα την διώξω εκείνη δυνάμωνε μέσα μου.
   Σηκώθηκα από το κρεββάτι. Άνοιξα το ραδιόφωνο. Άνοιξα και την μπαλκονόπορτα. Μια μικρή αράχνη τρύπωσε στην κουζίνα μου. Μαζί της και το φως. Πάντα αυτά τα δυο μαζί. Καταπιάστηκα με δουλειές για να ξεχαστώ. Σωτήρια λύση "εν καιρώ πολέμου". Έφτιαξα καφέ, έπλυνα τα πιάτα, σκούπισα, ξεσκαρτάρισα τα ντουλάπια. Τίποτα. Η αίσθηση ακόμα εκεί. Δεν το έβαλα κάτω. Συνέχισα με πιο πολύ πείσμα να κάνω δουλειές. Ξέστρωσα και ξανά έστρωσα το κρεββάτι. Γυάλισα τα ασημικά που δεν έχω. Μέχρι και τα καλοκαιρινά κατέβασα για να φτιάξω.
   Ήταν χακί με μωβ πιτσιλιές. Στην λαιμόκοψη είχε επίσης μωβ χρώμα και μια μικρή στάμπα στην μέση. Λουλουδάτη. Χώραγε ίσα ίσα το μισό μου μπράτσο πια. Πως μπερδεύτηκε με τα ρούχα μου; Πως και δεν είχε πεταχτεί ή χαριστεί; Μύριζε ακόμα λεβάντα και καλοκαίρι στα μάρμαρα. Ξυπολυσιές. Να ακούγεται το πόδι να χτυπάει με θράσος το πλακάκι. Να γλιστράει έπειτα όλο το σώμα πάνω σε ήρωες του '21 ή Άγγλους ευγενείς ή ένα μάτι που στέκεται δίπλα σε τρία πόδια. Είναι πολύ παράξενο αλήθεια τι μπορούν να καταφέρουν μερικοί χρωματισμοί στα μάρμαρα κι η φαντασία ενός παιδιού.
   Με επανάφερε η αράχνη που είχα ξεχάσει ότι είχε μπει στο σπίτι και τώρα περπατούσε πάνω στο χέρι μου. Βγήκα στο μπαλκόνι και την έσπρωξα απαλά να ακουμπήσει πάνω στον βασιλικό. "Μεγάλη Δευτέρα" σκέφτηκα "25 Απριλίου 2016". Ένιωσα την ζέστη, που ακόμα είναι λίγο μακριά από το φετινό καλοκαίρι, ίσως πάλι και όχι, γύρισα και κοίταξα τον βασιλικό που είχε πετάξει επιτέλους φύλλα, πότισα την μύτη μου με μπερδεμένες μυρωδιές σπιτικού φαγητού μέχρι να γουργουρίσει το στομάχι μου κι έπειτα κοίταξα τις πατούσες μου. Πόσο μεγάλες είναι. Πόσο μικρές ήταν τότε. Μοιάζουν άραγε καθόλου; Κούνησα τα δάχτυλα μου σαν να ήθελα να ξεκολλήσω το ένα από το άλλο. Αυτό το πλακάκι κάτω από το μεγάλο μου δάχτυλο έμοιαζε με δερβίση. Χαμογέλασα. Μωρέ από κάπου ακούγεται ακορντεόν ή είναι η ιδέα μου; Σαν υπνωτισμένη από την μουσική που έφερνε ο αέρας ξάπλωσα το παιδικό φανελάκι με τις πιτσιλιές στο κρεββάτι, το δίπλωσα σχεδόν ευλαβικά, του έριξα λίγο φτηνό άρωμα απομίμησης, το έβαλα σε ένα κουτί παπουτσιών αχρησιμοποίητο κι ακουμπώντας το απαλά -λες και θα έσπαγε Θεός φυλάξει!- το τακτοποίησα στο πατάρι.
  Μ' αρέσει η λέξη τακτοποίησα. Δείχνει αποδοχή και συμφιλίωση. Δεν θα μπορούσα ούτε να τ' αφήσω στο πατάρι. Ούτε να το κρύψω στο πατάρι. Το τακτοποίησα κι είναι εκεί. Για όποτε χρειαζόταν να μου θυμίσει πάλι τους ήρωες του '21. Έπειτα άνοιξα τον υπολογιστή. Τσίμπησα ένα κεράσι κι άλλο ένα και ξεκίνησα να γράφω. Για ότι μου κατέβει. Σε χρωματισμούς μαρμάρινους. Πόσα κεράσια έχω φάει αλήθεια μέχρι τώρα; Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε... Αυτό είναι το Έκτο μου...

2 σχόλια:

  1. Καλή επιτυχία στο νέο σου εγχείρημα. Αν τα κεράσια σε εμπνέουν τόσο πολύ, να τρως συνέχεια Σοφία. Και να ξέρεις έχω εδώ και πολύ καιρό το βιβλίο απυ. Συνέχισε.....!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ευχαριστώ πολύ Δέσποινα! Ελπίζω να σου κάνω καλή παρέα μέσα από τα γραπτά μου! Φιλί!

    ΑπάντησηΔιαγραφή