Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016

Η καρδιά του καρπουζιού

   Ζέστη! Η πιτσιρίκα περπατούσε μέσα στην ζέστη κι ακόμα δεν είχε φτάσει ούτε μέχρι τα μισά της διαδρομής. Οι σαγιονάρες της σφαλιάριζαν τον φρεσκοασφαλτοστρωμένο δρόμο ενώ που και που το μεγάλο της δάχτυλο ακουμπούσε καταλάθος την λάβα και διαπερνούσε όλο της το κορμί μια εσωτερική ινδιάνικη ιαχή! Η φωτιά που χορεύει ή κάτι τέτοιο! Τα ρούχα της είχαν αρχίσει να κολλάνε στο κορμάκι της και τα μαλλιά της ανάκατα, είχαν σχηματίσει μουσκεμένους κόμπους στο πίσω και κάτω μέρος του κεφαλιού, ενώ το μοναδικό κοκαλάκι της, χρησίμευε στο να συγκρατεί δυο τρεις τρίχες, ακόμα υποταγμένες. Κίτρινο κοντό παντελόνι και μωβ ξεβαμμένο φανελάκι με δυο τρύπες στην πλαϊνή ραφή. Αποτέλεσμα ισόπαλου αγώνα με τον μικρό της οικογένειας. Βρακί, νωπό από τον ιδρώτα, που φλυαρούσε "πότε θα φτάσουμε επιτέλους σπίτι να μπω στα άπλυτα;" και πήγαινε πότε δεξιά πότε αριστερά. Ζέστη! Με το μουστάκι να τσούζει και τα πόδια να τρέμουν από την ανηφόρα. Χεράκια φορτωμένα με σακούλες  από τον μανάβη, τον χασάπη και τον φούρναρη κι ιδρώτας να στάζει.
   Μεσημέρι καθώς ήταν, τα παράθυρα κι οι πόρτες παρέμεναν κλειστά κι έκρυβαν από πίσω τους παππούδες με άσπρη σωβρακοφανέλα να ροχαλίζουν, γιαγιάδες να προσμένουν τον κανακάρη τους στην κουζίνα με το πιάτο σκεπασμένο με άλλο πιάτο και τα γεμιστά ανάμεσα, μαμάδες ανεξήγητα πλήρεις να χαχανίζουν πνιχτά γέλια με τα δίχρονα μικρά τους ενώ ο μπαμπάς αποκοιμιέται στην πλαστική καρέκλα του εξοχικού με το στόμα ανοιχτό, αγόρια να ξεφυλλίζουν κρυφά πονηρά περιοδικά και να σκέφτονται την Έλλη από την πλατεία που μυρίζει όμορφα και φυσικά μικρές κυρίες -σαν την δική μας με την νευρική σαγιονάρα- να βγάζουν τα φρύδια τους για πρώτη φορά με δανεικό τσιμπιδάκι. Η πιτσιρίκα περνούσε ανάμεσα από αυτά τα σπίτια κι αφουγκραζόταν πότε τα ρυθμικά ροχαλητά και πότε τα γέλια κι έφτιαχνε δικές της ιστορίες για το τι γινόταν από μέσα. Χασκογελούσε κι αυτή τότε και τραβούσε με χάρη το βρακί της να ξεκολλήσει από πάνω της. Έτσι ξεχνούσε για λίγο την ανηφόρα και την ζέστη.
   Αν ήταν μεγάλη η ανηφόρα; Μεγάλη και γεμάτη στροφές. Έκανε ένα βήμα κάθε δέκα λεπτά. Σύμφωνα με πρόχειρους υπολογισμούς της θα έφτανε στο σπίτι της σε 70 με 80 χρόνια. Έσκυβε να πιάσει την σακούλα που της γλιστρούσε από το ένα χέρι, της έπεφτε από το άλλο η χαρτοσακούλα με τα αυγά. Έσπαγαν. Έβγαζε το φανελάκι της να τα σκουπίσει, μην δει ο κόσμος τις βρωμιές της μολις ξυπνήσει, της έφευγαν οι ντομάτες τρεχάλα στην κατηφόρα. Έτρεχε ξωπίσω τους να τις πιάσει, έχανε κι άλλα χρόνια με το κηνύγι. Έπιανε κάποιες, κάποιες άλλες γίνονταν σάλτσα από κανένα τρακτέρ περαστικού και ξαναγύριζε στα ψώνια της. Φορούσε την πασαλειμμένη μπλούζα της από τα αυγά και πια εκτός από ιδρωτίλα μύριζε και αυγουλίλα. Επόμενη στροφή σκύλος που γαβγίζει αλλά δεν δαγκώνει. Πιο 'κει καποιος κοιμάται όξω. Σφυρίζει αδιάφορη. Αν είναι ήσυχη δεν θα τον ξυπνήσει. Αν είναι τυχερή εκείνος θα ακούσει το σφύριγμα της. Ακόμα μια στροφή κι ο δρόμος μπροστά της τώρα χωματένιος. Ζέστη και λιοπύρι. Καλοκαίρι.
   Κάποτε η πιτσιρίκα έφτασε στο σπίτι. Το τελευταίο του χωριού. Ο δρόμος εκτός από φασαριόζικα σπίτια είχε και πλατάνια. Κάπου κάπου άερας δροσερός αποσπούσε την μεσημεριανή καυτή βουβαμάρα από την εγωκεντρική στάση της. Πότε πότε κανένας πιο ξύπνιος περαστικός με ποδήλατο την φόρτωνε στην καρότσα του. Πότε ήθελε να πάει μόνη της. Η πιτσιρίκα ανέβαινε κι όλο ανέβαινε την ανηφόρα με κρυμμένο άσσο στο μανίκι της παγωμένο καρπούζι στο ψυγείο. Πιο πολύ λιγουρευόνταν την καρδιά. Χωρίς κουκούτσια και περιττά. Γλύκα και παγωμένο ζουμί να κυλάει στον ουρανίσκο της. Που και που να ακουμπάει την φλούδα στα πόδια της και να τα δροσίζει κι αυτά. Μόλις 80 χρονών ή 80 ημερών. Μπορεί και δευτερολέπτων. Δεν θυμάται. Αυτό  που θυμάται είναι πόσο λαχταρούσε το καρπούζι. Μέχρι να φτάσει της έτρεχαν τα σάλια γιατί σκεφτόταν την ζουμερή καρδιά. Την καρδούλα της.



Info tip: Στους πιο μεγάλους δρόμους με ζέστη κι ανηφόρα και δάχτυλα πάνω σε καυτή λάβα υπάρχει πάντα μια καρδιά που μας περιμένει σπίτι. Καλό μήνα! Καλό καλοκαίρι!
 
 

3 σχόλια:

  1. Σοφία μου είναι πάρα πολύ όμορφο, εύχομαι πάντα να υπάρχει μια καρδιά για σένα στο σπίτι, δεν είναι ότι πιο συνηθισμένο άσχετα αν ακούγεται δεδομένο.
    Επίσης φαντάζομαι είναι έμπνευση γιατί βιώματα τέτοια δεν έχεις σωστά ??
    Επίσης θέλω να παρατηρήσω ότι με εμποδίζει στο διάβασμα του κειμένου αυτό που φαίνεται από πίσω,
    φιλιά σε αγαπώ,

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν πολύ όμορφα μπαμπά μου! Δεν έχω τέτοια βιώματα όπως το εννοείς! Όχι! Το μυαλό μου ομως πάντα λίγο καλλιτεχνικό μετατρέπει ένα ανέβασμα από τον Ταρνάρα στο σπίτι στο χωριό στο παραπάνω κείμενο. Έτσι είμαι εγώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. ΕΓΩ ΠΟΛΥ ΣΕ ΓΟΥΣΤΑΡΩ ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΠΩ ΛΑΙΚΑ, ΜΕ ΚΑΠΟΙΕΣ ΛΙΓΕΣ ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή