Δευτέρα 23 Μαΐου 2016

Ο κύριος Χ και η κυρία Ψ

   Ο κύριος Χ και η κυρία Ψ είναι μαζί εδώ και ένα χρόνο σχεδόν. Μια συνηθισμένη ημέρα τους περιλαμβάνει πρωινό ξύπνημα στις 9 για εκείνη και με τα χίλια ζόρια λίγο πιο μετά για εκείνον. Δέκα λεπτά έκαστος στην τουαλέτα, ντύσιμο, κλειδιά, αυτοκίνητο. δουλειά. Πασαλείμματα -πάντα μπροστά σε έναν υπολογιστή- αποδοτικότητας στο γραφείο, ένα τηλέφωνο πεταχτό στο εικοστό διάλλειμα για κατούρημα-φαγητό-τσιγάρο-έλεγχο Facebook και επιστροφή στην καρέκλα που θα αφήσουν τα κόκκαλά τους μια ημέρα, να μου το θυμηθείς! Μετά από το οχτάωρο στο γραφειάκι του τρόμου θα πάνε κανένα σινεμά ή θέατρο και στα πολύ χάι χούι τους θα φάνε ή θα πιούνε κάτι μετά το και "ΚΑΛΗ ΣΑΣ ΘΕΑΣΗ". Θα γυρίσουν σπίτι. Αν δεν είναι κουρασμένοι και δεν έχουν πάθει κατάθλιψη από αυτό που είδαν θα κάνουν έρωτα εικοσαλέπτου, στο τέλος θα φιληθούν και θα πλύνουν τα δόντια τους πριν κοιμηθούν. Υπάρχουν βέβαια και εναλλακτικά βράδια. Εκείνος σπίτι του να παίζει Pro και να νομίζει ότι ξανά γύρισε το παιδί που είχε ξεχάσει -η ψυχολογία των περιοδικών αποδεικνύεται πολύ χρήσιμη στο να βουλώνει τρύπες- και εκείνη σπίτι της να βλέπει Sex and the city και να τρώει ενοχικά παγωτό με Stevia. Ή βράδια που θα χαζέψουν μπροστά στην τηλεόραση μαζί, ξενερωμένοι με την κακή τους τύχη, που είναι καλοκαίρι-φθινόπωρο-χειμώνας-άνοιξη και το ταβάνι είναι ακόμα άσπρο.
   Ο κύριος Χ και η κυρία Ψ ανήκουν στην γενιά των ταλαιπωρημένων 30, Των ταλαιπωρημένων ή των ταλαίπωρων; Δεν έχει και πολύ σημασία καθότι η μοίρα τους έδειξε το χειρότερο πρόσωπο της από πολύ νωρίς. Παιδιά μικροαστικών οικογενειών. Με μεγάλωμα που περιείχε σπιτικό παστίτσιο τις Κυριακές, το σπίτι της Barbie για εκείνη και την άμαξα των playmobil κάτω από το δέντρο για εκείνον, γιαγιάδες που τους χαρτζιλίκωναν χιλιάρικα κρυφά από την μαμά και τους μπούκωναν για να χορτάσουν τα κατοχικά τους σύνδρομα και εκδρομές πενταήμερες που έδιναν τα πρώτα φιλιά τους σε χοροεσπερίδες στο Envy. Αργότερα οι πρώτες κρίσεις πανικού λίγο πριν τις πανελλήνιες αφού οι απαίτηση ήταν καλή σχολή γιατί ήταν καλά παιδιά και αργότερα θα γίνονταν καλοί γονείς σε δικά τους καλά παιδιά. Πανεπιστήμιο. Παρέες. Πρώτα τραύματα από τα σκέλη στα σκέλη του έρωτα. Νέες κρίσεις πανικού. Κανένα ξενύχτι για να πούνε ότι είναι φευγάτοι και μπορούν. Αγορά εργασίας. Προηγούμενοι τριαντάρηδες καμένοι και καημένοι που κάνουν την επίδειξη δύναμης life style αφού δεν μπορούν να επιδείξουν τίποτα άλλο. Πενταετία τηλεφωνήτριας και executive του κώλου που τείνει να γίνει δεκαετία και το "εγώ προσωρινά είμαι εδώ" γίνεται από την μια στιγμή στην άλλη "'άμα χάσω την δουλειά μου θα πεθάνω". Παντόφλα, καναπές, πλύσιμο δοντιών απαραιτήτως, μαξιλάρι, δάκρυ για την γυναίκα -οι άντρες δεν κλαίνε, μόνο που κάτι τέτοια βράδια κάθονται στο μπαλκόνι και καπνίζουν από τα κομμένα-, ύπνος και φτου πάλι από την αρχή την επόμενη.
   Ο κύριος Χ και η κυρία Ψ προφανώς και αντιμετωπίζουν κάποια θέματα -πως να το πω- υπάρξεως. Υπαρξιακά τα λένε. Βασικά είναι ζόμπι. Δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα. Γι' αυτό και δεν έχουν κανονικά ονόματα όπως οι κανονικοί άνθρωποι σαν εμένα ή σαν εσένα. Ζουν σε πόλεις υπόγειες και άνυδρες. Πίνουν το νερό των αποχετεύσεων και τα Σάββατα βγαίνουν ραντεβού στα κρυφά εκεί που δεν έχει πολύ φως για να μην τους εντοπίσουμε. Καπνίζουν τα αποτσίγαρα μας και τρώνε σαβούρες στις μπανανόφλουδες που έχουμε πατάξει άθελά μας στα πεζοδρόμια. Τα σακουλάκια από τα κρουασάν που κρυφομασουλήσαμε τα χρησιμοποιούν για να παίζουν μουσικές στους γάμους και στα βαφτίσια τους. Κηδείες δεν έχουν. Είναι ήδη νεκροί και δεν βλέπω να υπάρχει κανένας τρόπος να ζωντανέψουν. They are the walking dead ψύχη τε και σώματι.
   Ένα βράδυ, σε μια βόλτα τους σαββατιάτικη, ο κύριος Χ και η κυρία Ψ έχουν βγει βόλτα στο λιμάνι της πόλης. Κοντά στα ναυπηγεία που δεν έχει πολύ φως. Περπατούν σιωπηλοί. Εκείνη σκέφτεται ότι σε μια τέτοια αποβάθρα πρέπει να έλεγε ο Καλογήρου στον Κούρκουλο το "είναι πολλά τα λεφτά Άρη" ενώ εκείνος σκέφτεται γιατί δεν έγινε ναυτικός για μπορέσει να μείνει έτσι για πάντα νέος και όχι ζόμπι που περπατάει στα κρυφά ενός ναυπηγείου για να μην τον δουν. Η κυρία Ψ προφανώς επηρεασμένη από την θάλασσα που μύριζε ελευθερία και ορίζοντα γυρίζει και κοιτάζει τον κύριο Χ. Τον βλέπει να μειδιά. Ο ίδιος ταυτόχρονα εκείνη την ώρα ορκίζεται μέσα του ότι αφού δεν έγινε ναυτικός θα γινόταν τουλάχιστον Καββαδίας ποιητής και θα πλησίαζε έτσι το όνειρό του γράφοντας στίχους τα βράδια που κάπνιζε από τα κομμένα. Αυτό του δίνει μια ώθηση να σκάσει ένα χαμόγελο. Η κυρία Ψ γοητεύεται από αυτό του το μειδίαμα. Του σφίγγει το χέρι και τον φιλάει στο στόμα απαλά. Ο κύριος Χ ξαφνιάζεται αλλά ανταποδίδει. Όταν ανοίγει τα μάτια του σκέφτεται ότι θα μπορούσε να γράψει για αυτό το ενσταντανέ στο πρώτο του ποίημα. Κοιτάζει την κυρία Ψ στα μάτια και την παίρνει αγκαλιά. Αρχίζει τότε να της εξιστορεί για τα ψεύτικα ταξίδια που έκανε μικρός πάνω στην ταράτσα του εξοχικού τους λέγοντας στον μικρό του αδερφό ότι το σπίτι ήταν υπερωκεάνιο και εκείνοι καπετάνιοι. Τότε και εκείνη του εξομολογείται για την έμφυτη κλίση της στην ζωγραφική και τα μυστικά σχέδια που κάνει στην δουλειά και τα κρύβει κάτω από τις προσφορές και τα συμβόλαια. Εγκάρδια χάχανα. Καλοκαίρι χωρίς μα μου σου του. Ο κύριος Χ και η κυρία Ψ μιλούν μυστικές λέξεις.
   Απορροφημένοι από την ανεύρεση αυτής της μυστικής γλώσσας που ανακάλυψαν, ξεχάστηκαν και τους πέτυχαν οι πρώτες αχτίδες του ήλιου, να τρώνε μακαρονάδα αμφιβόλου ποιότητας σε ένα από τα εστιατόρια του λιμανιού δίπλα σε κάτι ναυτεργάτες, κανονικούς. Χωρίς να πλύνουν τα δόντια τους παίρνουν ταξί -τι όμορφο κίτρινο χρώμα έχουν τα ταξί αλήθεια!- και δίνουν  το πρώτο τους πρωινό φιλί πριν αποχωριστούν. Καφές και κουλούρι και το σαλάκι τρέχει. Οι ώρες στο γραφείο είναι ροζ απαλό και μυρίζουν τσιχλόφουσκα. Ο κύριος Χ γλιτώνει μια συνάδελφο από βέβαιη απόλυση. Η κυρία Ψ ακούει κρυφά μουσική και ζωγραφίζει ένα σπίτι με κήπο πάνω σε ένα post it. Χαμογελάει στο παιδί που της φέρνει κάθε ημέρα τις φωτοτυπίες και εκείνος της λέει ότι σήμερα λάμπει. Η κυρία Ψ μπορεί να παραιτηθεί μπορεί και όχι. Μπορεί να γίνει μαμά ή ζωγράφος που θα κάνει εκθέσεις με post it. Ο κύριος Χ μπορεί να μην έγινε ναυτικός αλλά θα γράψει σίγουρα ένα, δύο ή και τρία ποιήματα. Έχει ανοίξει φανερά σελίδα και διαβάζει Καββαδία. Το απόγευμα η κυρία Ψ θα περπατήσει μέχρι το σπίτι και θα δει για πρώτη φορά τα πρεβάζια στην απέναντι πολυκατοικία. Καλαμωτές που πάνω τους αποκοιμιέται ο ήλιος. Μια ημέρα έφυγε. Χαμογελάει. Αυτή η μέρα επιτέλους ήρθε! Αναδιατυπώνει. Ο κύριος Χ κάνει μπάνιο. Το νερό είναι καθαρό. Δροσερό και διάφανο. Πάνε τα απόνερα των υπονόμων. Ακούγεται jazz από το laptop. Ένα περιστέρι στον ακάλυπτο. Υπάρχει. Όμορφα φρεσκοπλυμμένα σεντόνια. Παγωτό σοκολάτα χωρίς ενοχές. Χτυπήματα κουδουνιών. Αγκαλιές. Ταινία. Πολλές μικρές ευτυχίες μαζεμένες. Όλα ίδια μα αλλιώς. Τα ζόμπι κάποιες φορές ανασταίνονται. Αρκεί να το θέλουν πολύ.



Info tip:
Ο κύριος Χ και η κυρία Ψ ζουν ανάμεσα μας. Έχουν πια αναστηθεί και έχουν μη κανονικά ονόματα αφού αποφάσισαν να είναι μη κανονικοί άνθρωποι. Θα ήθελαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους.
  
  
  
  

1 σχόλιο:

  1. Καλημέρα, αν κατάλαβα καλά περιγράφεις κάποιους ανθρώπους που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την ευλογημένη υγιή καθημερινότητα τους, που δεν μπορούν να είναι ευτυχισμένοι με απλά, καθημερινά, πεζά πράγματα, με λίγες όμορφες στιγμές.
    Αν κατάλαβα καλά περιγράφεις όλους αυτούς τους ήρεμους καθημερινούς αγωνιστές, τριαντάρηδες όπως τους αποκαλείς αλλά μιλάς και για άλλες ηλικίες, περιγράφεις τριαντάρηδες που δεν τους αρέσει η δουλειά τους και δεν τολμούν να την αλλάξουν, σωστά κατάλαβα ?? αλήθεια είναι από τις λίγες φορές που δεν συμφωνώ με κείμενο σου και πραγματικά λάτρευα τις Κυριακές γύρω από ένα τραπέζι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή